Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- ιερόνικος, επίθ.
-
- Νικηφόρος:
- (Ευγ. Γιαννούλη, Επιστ. 10126).
[<μτγν. ουσ. ιερονίκης (L‑S, Lampe)]
- Νικηφόρος:
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ιερονουμηνία η [ieronuminía] Ο25 : ιερομηνία.
[λόγ. < ελνστ. ἱερονουμηνία]