Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ιαχή
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ιαχή η [iaxí] Ο29 : δυνατή κραυγή, ιδίως πολεμική· (πρβ. αλαλαγμός): Πολεμική ~. Iαχές θριάμβου.

[λόγ. < αρχ. ἰαχή]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες