Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εντεύθεν
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εντεύθεν [endéfθen] επίρρ. τοπ. : (λόγ.) από εδώ, για χώρο που εκτείνεται από ορισμένο τοπικό σημείο, όριο και προς το μέρος του ομιλητή. ANT εκείθεν: ~ και εκείθεν των συνόρων. || συχνά σε απαρχαιωμένες εκφράσεις ή όρους γεωγραφικούς, με γενική ονόματος που δηλώνει τόπο: H ~ των Hρακλείων στηλών θάλασσα, η Mεσόγειος. H ~ των Άλπεων Γαλατία.

[λόγ. < αρχ. ἐντεῦθεν]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες