Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ενθάδε
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ενθάδε [enθáδe] επίρρ. τοπ. : (λόγ.) σε αυτόν εδώ τον τόπο, εδώ. (έκφρ.) ~ κείται*.

[λόγ. < αρχ. ἐνθάδε]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες