Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: δωδεκάεδρος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
δωδεκάεδρος -η -ο [δoδekáeδros] Ε5 : (μαθημ.) που έχει δώδεκα έδρες, συνήθ. ως ουσ. το δωδεκάεδρο, το στερεό σώμα που έχει δώδεκα έδρες.

[λόγ. < αρχ. δωδεκάεδρος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες