Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- διαπαντός, επίρρ.
-
- α) Για πάντα, παντοτινά:
- (Διήγ. παιδ. 852)·
- β) συνέχεια, διαρκώς:
- διαπαντός έγραφεν εν τῃ Θράκῃ προς τον Μουσουλμάν (Δούκ. 11510).
[<συνεκφ. διά παντός (αρχ., L‑S, λ. πας DIV). Η λ. και σήμ.]
- α) Για πάντα, παντοτινά: