Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αφανισμός
3 εγγραφές [1 - 3]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αφανισμός ο [afanizmós] Ο17 : το να αφανίζεται, να καταστρέφεται και έτσι να μην υπάρχει κάποιος ή κτ.· (πρβ. εξαφάνιση).

[ελνστ. ἀφανισμός]

[Λεξικό Κριαρά]
αφανισμός ο.
  • Όλεθρος, καταστροφή, εξόντωση:
    • αυτός έσεται ο αφανισμός του γένους αυτών (Ψευδο-Σφρ. 40637).

[μτγν. ουσ. αφανισμός. H λ. και σήμ.]

[Λεξικό Γεωργακά]
αφανισμός [afanizmós] ο, (L)
  • ① disappearance, vanish, vanishment (syn εξαφάνιση):
    • ~ της ανδρείας, της αξιοπρέπειας |
    • πολλά είδη της ιχθυοπανίδας απειλούνται με αφανισμό |
    • κάθε είδος που χάνεται από τον πλανήτη μας προοιωνίζεται και τον δικό μας αφανισμό |
    • δεν εξηγεί τον αφανισμό της φιλελεύθερης πλειοψηφίας |
    • δεν καταδικάζουν το σινεμά και δεν προφητεύουν τον αφανισμό του (Athanasiadis-N) |
    • οι συστηματικότερες αναζητήσεις .. συμπίπτουν με την εποχή του αφανισμού του αρχαίου κόσμου (Georgoulis) |
    • έχει τόσες φορές αναγγελθεί ο οριστικός ~ της [γραφειοκρατίας] (Panagiotop)
  • ② destruction, ruin, havoc (syn αφάνισμα 1, καταστροφή):
    • ~ της επαρχίας, του κτιρίου |
    • ένα μελίσσι οπού έχει πολλούς κηφήνας κλίνει πάντοτε εις τον αφανισμό του (Demetrieis) |
    • του έδωσαν .. ένα θησαυρό, για να τον σώσει από τον αφανισμό (Myriv) |
    • είχε ζήσει τον αφανισμό της Kορίνθου από το στρατό του Mόμμιου (Roufos) |
    • ξένοι περιηγητές .. αγόραζαν αρχαία μάρμαρα, που εσώθηκαν έτσι από τα καμίνια .. ή από άλλους αφανισμούς (Karouzou)
  • ⓐ annihilation, extermination, killing (syn εξολόθρευση, εξόντωση, θανάτωση, σκοτωμός):
    • ~ του εχθρού, του θηρίου |
    • είχε ορκιστεί από τότε τον αφανισμό του (Xenop) |
    • θα εκτελούσαν το φρικτό έγκλημα του αφανισμού των με το γιαταγάνι (Melas) |
    • υπάρχει κίνδυνος καταπιέσεων και αφανισμού του ελληνικού στοιχείου από τους επιδρομείς (Evelpidis) |
    • προχώρησε .. στον προγραμματικό αφανισμό όλων των άλλων λαών (Theodorakop) |
    • poem .. πυροβολούν ακόμα | του αφανισμού τα σύνεργα κλ (Markoras)
  • ③ financial ruin (syn καταστροφή):
    • οι εφημερίδες είναι καταδικασμένες σε πλήρη αφανισμό |
    • η πολιτική κινήτρων και πιστώσεων απειλεί με αφανισμό τους μικρομεσαίους

[fr postmed, MG αφανισμός ← PatrG, K, AG (Aristotle +), der of αφανίζω]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες