Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αποκάλυψις
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
αποκάλυψις η.
  • Προκ. για το φανέρωμα των θείων μυστηρίων ή της θείας βούλησης:
    • ευρέθην δι’ αποκαλύψεως Θεού (Mαχ. 341
    • (προκ. για την Αποκάλυψη του Ιωάννου):
      • (Xίκα, Mονωδ. 106
    • (σε τίτλ. κειμ.):
      • Αποκάλυψις της υπεραγίας Θεοτόκου διά τες κόλασες των αμαρτωλών (Αποκ. Θεοτ. τίτλ).

[μτγν. ουσ. αποκάλυψις. H λ. και σήμ. (η)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες