Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Γεωργακά]
- αντήνεμος, -η, -ο [andínemos] naut
- windward:
- αντήνεμη παλίρροια |
- αντήνεμο ιστίο smoke sail
[fr kath (neol Koumanoudis) αντήνεμος, cpd of αντ(ι)- & άνεμος; cf κατήνεμος, προσήνεμος, υπήνεμος etc]
- windward: