Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ῥαψῳδός
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ραψωδός ο [rapsoδós] Ο17 : στην αρχαία Ελλάδα, αυτός που είχε ως επάγγελμα να απαγγέλλει επικά ποιήματα, χωρίς συνοδεία μουσικού οργάνου· (πρβ. αοιδός2).

[λόγ. < αρχ. ῥαψῳδός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες