Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ὑπούργημα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υπούργημα το [ipúrjima] Ο49 : το λειτούργημα του υπουργού.

[λόγ. < αρχ. ὑπούργημα `υπηρεσία που προσφέρεται΄ (κατά την αλλ. της σημ. του υπουργός)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες