Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ὑπερασπιστής
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υπερασπιστής ο [iperaspistís] Ο7 θηλ. υπερασπίστρια [iperaspístria] Ο27 : αυτός που υπερασπίζεται κπ. ή κτ. που απειλείται από έναν κίνδυνο ή δέχεται εχθρική επίθεση: Οι υπερασπιστές της πατρίδας. ~ των φτωχών και των αδυνάτων. ~ των ανθρώπινων δικαιωμάτων.

[λόγ. < ελνστ. ὑπερασπιστής, ὑπερασπίστρια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες