Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ὀρχηστής
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ορχηστής ο [orxistís] Ο7 θηλ. ορχηστρίδα [orxistríδa] Ο26 : επαγγελματίας χορευτής κατά την ελληνική και ρωμαϊκή αρχαιότητα: Aυλητρίδες και ορχηστρίδες.

[λόγ. < αρχ. ὀρχηστής· λόγ. < αρχ. ὀρχηστρίς, αιτ. -ίδα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες