Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ὀξεῖα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
οξεία η [oksía] Ο25 : 1. ένα από τα τονικά σημάδια που χρησιμοποιούνταν στην ελληνική γραφή πριν από την εφαρμογή του μονοτονικού συστήματος: Οι τόνοι της αρχαίας ελληνικής είναι τρεις: η ~, η βαρεία και η περισπωμένη. 2. τονικό σημάδι της βυζαντινής μουσικής.

[λόγ. < ελνστ. ὀξεῖα, ουσιαστικοπ. θηλ. του αρχ. επιθ. ὀξύς (επειδή συμβόλιζε ανοδική κίνηση της φωνής)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες