Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ἐπιληψία
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
επιληψία η [epilipsía] Ο25 : χρόνια πάθηση του νευρικού συστήματος, η οποία εκδηλώνεται κατά διαστήματα με κρίσεις που χαρακτηρίζονται κυρίως από απώλεια της συνείδησης και σπασμούς· σεληνιασμός: Aίτια / συμπτώματα / θεραπεία της επιληψίας. Kρίση επιληψίας.

[λόγ. < αρχ. ἐπιληψία]

[Λεξικό Κριαρά]
επιληψία η.
  • Σεληνιασμός:
    • Εις επιληψίαν παιδός (Ιατροσ. κώδ. ψμα´).

[αρχ. ουσ. επιληψία. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες