Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- εμβριθής -ής -ές [emvriθís] Ε10 : (λόγ.) 1. (για σκέψη, διανοητική εργασία κτλ.) που εμβαθύνει, που προχωρεί στο βάθος των πραγμάτων και των εννοιών και με εξαιρετική σοβαρότητα: ~ διερεύνηση / εξέταση. ~ σχολιασμός. ANT επιπόλαιος. ~ μελέτη / πραγματεία. ~ και εμπεριστατωμένη άποψη. Εμβριθή σχόλια. || Εμβριθές ύφος / βλέμμα, σοβαρό και σκεπτικό. 2. (για πρόσ.) που έχει την ικανότητα να διανοείται, να ερευνά κτ. σε βάθος και με σοβαρότητα: ~ αναγνώστης, βαθυστόχαστος, βαθύνους. ANT επιπόλαιος: ~ μελετητής / ερευνητής / ερμηνευτής.
εμβριθώς ΕΠIΡΡ με περίσκεψη και σοβαρότητα: Συζήτησαν όλα τα θέματα ~. Έσκυψε ~ επάνω στο χάρτη. [λόγ. < αρχ. ἐμβριθής `βαρύς, σοβαρός΄ σημδ. γερμ.(;) wichtig· λόγ. < αρχ. ἐμβριθῶς]