Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αποφυγή η [apofijí] Ο29 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του αποφεύγω, προσπάθεια απομάκρυνσης από κπ. ή κτ., αποχής από κτ. ή αποτροπής κάποιου κακού: Συνιστούμε την ~ των πολυσύχναστων χώρων / της κατανάλωσης λιπαρών ουσιών. H αστυνομία έλαβε μέτρα για την ~ επεισοδίων. (έκφρ.) παράδειγμα* προς αποφυγή(ν). (λόγ.) προς αποφυγή(ν), (με γεν.) για να αποφύγουμε κτ.: Προς ~ παρεξηγήσεων, για να μη γίνουν παρεξηγήσεις. || ~ της χασμωδίας*.
[λόγ. < αρχ. ἀποφυγή]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αποφυγή [apofiyí] η, (L)
- ① keeping clear of, abstaining fr, abstention, avoidance (near-syn αποχή):
- ~ σπανίων λέξεων, ιδιωματικών στοιχείων, καθιερωμένων τύπων |
- phr παράδειγμα (or υπόδειγμα) προς αποφυγήν sample of what is to be avoided (ant phr παράδειγμα προς μίμηση) |
- η θρησκεία διδάσκει την ~ της βίας |
- το ήπιο πολιτικό κλίμα συνίσταται στην ~ προσωπικών ύβρεων |
- η αυστηρή ~ του περιττού είναι οικονομικά συμφέρουσα (Papanoutsos) |
- σε τέτοιες σκέψεις οφείλεται και η ~μου να πάρω θέση στη διάκριση ανάμεσα στην ιστορία και στη φιλολογία (Dimaras) |
- η ~ των Eλλήνων να δώσουν αφορμή γινόταν κατάδηλη (Terzakis)
- ⓐ keeping away fr, avoidance, shunning:
- όλα τα χρόνια της διαμονής του στην Aθήνα χαραχτηρίζονται από την ~ του κόσμου και των συναναστροφών (Sachinis)
- ② avoidance, evasion:
- ~ ευθυνών |
- ~ πληρωμής χρεών evasion of debts
- ③ getting away fr, avoidance, escape fr:
- ~ της εργασίας, του κοινωνικού θορύβου |
- τα τραγούδια του αποτελούν μιαν ~ της δυσκολίας, που η τοποθέτηση του ποιητή επιβάλλει (Tsatsos)
- ⓑ avoidance, prevention (near-syn αποσόβηση, αποτροπή):
- ~ των δυσάρεστων συνεπειών |
- καταβλήθηκαν προσπάθειες για την ~ συγκρούσεων |
- στόχος της νέας μεθόδου θα είναι η ~κάθε κινδύνου μολύνσεως |
- η συμπεριφορά της ηγεσίας μαρτυρεί επιθυμία αποφυγής μπελάδων (Christidis AK)
- ④ arche. & archit small hollow curvature at the top or base of a column, apophyge:
- ο αστράγαλος θα ήταν διαμορφωμένος, επάνω στο κομμάτι του κίονα, αμέσως κάτω από την ~ (Bakalakis)
[fr kath αποφυγή ← postmed (Somavera) ← K (also pap), AG]
- ① keeping clear of, abstaining fr, abstention, avoidance (near-syn αποχή):