Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- ανήρ ο.
-
- Άνδρας·
- (με άρν. σε θέση αντων.) κανείς:
- είπεν ο Μωσέ …: «Ανήρ μη περ’σσέψει από αυτό ως το πουρνό!» (Πεντ. Έξ. XVI 19).
- (με άρν. σε θέση αντων.) κανείς:
[αρχ. ουσ. ανήρ]
- Άνδρας·
[Λεξικό Γεωργακά]
- ανήρ s. άνδρας.