Παράλληλη αναζήτηση
3 εγγραφές [1 - 3] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- αληθής, επίθ.
-
- 1) Eιλικρινής, τίμιος:
- (Διδ. Σολομ. P 140).
- 2) Που έχει ισχύ, έγκυρος:
- (Aσσίζ. 1459).
[αρχ. επίθ. αληθής]
- 1) Eιλικρινής, τίμιος:
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- αληθής -ής -ές [aliθís] Ε10 : (λόγ.) αληθινός, πραγματικός: ~ κρίση / πρόταση, που αληθεύει. ANT ψευδής. ~ κίνηση των ουράνιων σωμάτων. || (ως ουσ.) το αληθές, η αλήθεια1: Εξακρίβωσα το αληθές των πληροφοριών. Δεν είναι αληθές ότι η εταιρεία θα κηρύξει πτώχευση. (λόγ. έκφρ.) διά του λόγου το αληθές, προς επιβεβαίωση των όσων έχω πει. (απαρχ. γνωμ.) γλώσσα λανθάνουσα* τα αληθή λέγει.
αληθώς ΕΠIΡΡ αληθινά, πραγματικά, κυρίως στην εκκλησιαστική έκφραση ~ ανέστη (ο Kύριος), απάντηση στον αναστάσιμο χαιρετισμό «Xριστός ανέστη». [λόγ. < αρχ. ἀληθής, ἀληθῶς]
[Λεξικό Γεωργακά]
- αληθής, -ής, -ές [aliθís] (L)
- ① true to fact, authentic, genuine, real, actual (syn ακριβής, αληθινός, γνήσιος, έγκυρος, πραγματικός, φανερός, ant αναληθής, εικονικός, πλαστός, φαινομενικός, φανταστικός, ψευδής):
- η ~ έννοια της διατάξεως του νόμου |
- η είδηση ελέγχθηκε και είναι ~
- ⓐ philos:
- ~ κρίση (L κρίσις) |
- αληθείς προτάσεις |
- οι προτάσεις αυτές αποδίνουν το εξωγλωσσικό γεγονός σωστά και για τούτο τις παραδεχόμαστε ως ... αληθείς (Papanoutsos) |
- freemasonry αληθές φως masonic year (syn κανονικό φως, πνεύμα σοφίας)
- ⓑ astron:
- ~ ηλιακός χρόνος apparent solar time |
- ~ ήλιος |
- ~ ημέρα apparent (solar) day |
- αληθές μεσονύκτιον |
- ~ άξων της Γης |
- ~ Iσημερινός
- ⓒ naut:
- ~ πορεία true course |
- ~ βορράς true north |
- ~ μεσημβρινός true meridian |
- αληθές ύψος true altitude |
- αληθές αζιμούθιο true azimuth
- ② w. act meaning candid, frank, honest, telling the truth:
- είναι ~ στις συζητήσεις που έχει με τους συνεργάτες του
- ③ pass truly told (in part coinciding w. 1α):
- είναι ~ ο λόγος του
[fr MG αληθής ← K, AG]
- ① true to fact, authentic, genuine, real, actual (syn ακριβής, αληθινός, γνήσιος, έγκυρος, πραγματικός, φανερός, ant αναληθής, εικονικός, πλαστός, φαινομενικός, φανταστικός, ψευδής):