Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ωχροκίτρινος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ωχροκίτρινος -η -ο [oxrokítrinos] Ε5 : που έχει χρώμα κίτρινο με απόχρωση προς το ωχρό.

[λόγ. ωχρο- + κίτρινος μτφρδ. γαλλ. jaune d΄ochre]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες