Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χθαμαλός
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χθαμαλός -ή -ό [xθamalós] Ε1 : (λόγ.) για έδαφος που έχει μικρό ύψος· χαμηλός: ~ λόφος.

[λόγ. < αρχ. χθαμαλός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες