Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: φύλαξη
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φύλαξη η [fílaksi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του φυλάω: H ~ χρημάτων / εμπορευμάτων / αντικειμένων / μουσείων / αρχαιολογικών χώρων. H ~ των συνόρων. H ~ του προέδρου ανατέθηκε σε τρεις σωματοφύλακες.

[λόγ. < αρχ. φύλαξις (-σις > -ση)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες