Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: φυσιολόγος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φυσιολόγος ο [fisiolóγos] Ο18 θηλ. φυσιολόγος [fisiolóγos] Ο35 : επιστήμονας που ασχολείται με τη φυσιολογία.

[λόγ. < αρχ. φυσιολόγος `που ερευνά τα φυσικά φαινόμενα΄ σημδ. γαλλ. physiologue (< physiologie = φυσιολογία)· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες