Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: φρικώδης
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φρικώδης -ης -ες [frikóδis] Ε11 : (λόγ.) φρικτός1: Tα φρικώδη εγκλήματα του ναζισμού.

[λόγ. < αρχ. φρικώδης]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες