Παράλληλη αναζήτηση
4 εγγραφές [1 - 4] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φιληδονία η [filiδonía] Ο25 : η αγάπη, η ροπή προς τις ηδονές.
[λόγ. < αρχ. φιληδονία]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φιλήδονος -η -ο [filíδonos] Ε5 : 1. που αγαπάει τις σαρκικές ηδονές, που ρέπει προς αυτές: Φιλήδονη γυναίκα. 2. που εκφράζει, που δείχνει την αγά πη, τη ροπή προς την ηδονή: Φιλήδονα χείλη.
[λόγ. < ελνστ. φιλήδονος]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φίλημα το [fílima] Ο49 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του φιλώ· φιλί: Tο ~ του χεριού / της εικόνας. (έκφρ.) είναι για ~, για πρόσωπο ή πράγμα εξαιρετικά ωραίο, αξιαγάπητο κτλ. που προκαλεί τη διάθεση να το φιλήσει κανείς.
[αρχ. φίλημα]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φιλήσυχος -η -ο [filísixos] Ε5 : που του αρέσει η ησυχία, που αποφεύγει τις εντάσεις και τις τριβές με το περιβάλλον του: Είναι φιλήσυχο ανθρωπάκι. || που αποφεύγει τις τριβές με την εξουσία, που υπακούει στους νόμους και στις εντολές της, νομοταγής: ~ πολίτης.
φιλήσυχα ΕΠIΡΡ. [λόγ. < ελνστ. φιλήσυχος]