Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: συνέπεια
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
συνέπεια η [sinépia] Ο27 : 1.η ιδιότητα του συνεπή. ANT ασυνέπεια. α. η σταθερή και χωρίς αντιφάσεις συμπεριφορά: Aγωνίστηκε για τις ιδέες του σε όλη του τη ζωή με απόλυτη ~. β. ακριβής τήρηση των υποχρεώσεων ή των συμφωνημένων: Ο μαθητής πρέπει να δείχνει ~ στις σχολικές του υποχρεώσεις. Δεν έχει ~, δεν κρατάει ποτέ το λόγο του. 2. ό,τι προκύπτει ως αποτέλεσμα μιας ενέργειας, ενός γεγονότος ή μιας κατάστασης: Tο κάπνισμα έχει αρνητικές συνέπειες στην υγεία. H πρόοδος της ιατρικής είχε ως ~ την καταπολέμηση πολλών ασθενειών. Γεγονότα με σοβαρές / απρόβλεπτες / αρνητικές / θετικές συνέπειες. || για αρνητικές συνέπειες: Aναλαμβάνω τις συνέπειες των πράξεών μου. H παράβαση των νόμων έχει συνέπειες. (λόγ. έκφρ.) εν γνώσει των συνεπειών του νόμου. (έκφρ.) κατά ~, επομένως, κατά λογική ακολουθία.

[λόγ. < ελνστ. συνέπεια `σύνδεση, συνακολουθία λέξεων΄ σημδ. γαλλ. suite, conséquence]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες