Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σουτέρ ο [sutér] Ο (άκλ.) : (αθλ.) α. στο ποδόσφαιρο, παίχτης ικανός να εκτελεί δυνατά και αποτελεσματικά σουτ· γκολτζής. β. στο μπάσκετ, παίχτης που εκτελεί εύστοχα σουτ.
[λόγ. σουτ -έρ κατά το γαλλ. -eur]