Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πιστοποίηση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πιστοποίηση η [pistopíisi] Ο33 : η ενέργεια του πιστοποιώ, η (επίσημη) βεβαίωση για κτ. || το πιστοποιητικό.

[λόγ. < ελνστ. πιστοποίη(σις) -ση]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες