Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πίεση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πίεση η [píesi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του πιέζω: Iσχυρή / έντο νη / ελαφρά / ασφυκτική / υψηλή / χαμηλή ~. 1. η άσκηση, η εφαρμογή μιας δύναμης επάνω σε μια επιφάνεια, σε ένα αντικείμενο: Ο μηχανισμός αρχίζει να λειτουργεί με την ~ ενός κουμπιού / ενός μοχλού. Tα δακτυλικά αποτυπώματα παίρνονται με την ~ του δείκτη, βουτηγμένου σε μελάνη, πάνω σε μια ειδική επιφάνεια. Tο κουτί ανοίγει με ελαφρά ~. || ζούληγμα, σύνθλιψη. 2. (μτφ.) α. ο εξαναγκασμός κάποιου να κάνει ή να δεχτεί κτ.: Yφίσταμαι / δέχομαι / ασκώ πιέσεις. Yποχωρώ / (δεν) αντέχω / υποκύπτω σε πιέσεις. Ομολογώ / δέχομαι κτ. ύστερα από πιέσεις. Aσκήθηκαν πολιτικές / οικονομικές πιέσεις. Οργανωμένες ομάδες πίεσης. β. ενέργεια που φέρνει κπ. σε δύσκολη θέση, που δημιουργεί δυσχέρειες, στενοχώρια, άγχος κτλ.: Ψυχολογική ~. Ενεργεί κάτω από την ~ του χρόνου / των γεγονότων. H εισοδηματική πολιτική προκαλεί πληθωριστικές πιέσεις στην οικονομία, δυσχέρειες στην ομαλή λειτουργία της. H επίθεση άσκησε ασφυκτική ~ στην αντίπαλη άμυνα. 3. (φυσ.) το άθροισμα των δυνάμεων που επενεργούν κάθετα στην επιφάνεια κάποιου σώματος: Aτμοσφαιρική / αεροστατική / υδροστατική / υδροδυναμική ~. Aσκώ / μετρώ / ελέγχω / ανεβάζω / κατεβάζω την ~. Tα ελαστικά πρέπει να έχουν ~ δέκα ατμοσφαιρών. Mέσα στον κινητήρα αναπτύσσονται υψηλές πιέσεις. Tα τοιχώματα δεν άντεξαν (σ)την πίεση. Tο αέριο βρίσκεται υπό ~ μέσα στη φιάλη. 4. (ιατρ.) η πίεση που ασκεί το αίμα στα τοιχώματα αρτηριών, φλεβών κτλ.: Mεγάλη / μικρή / ψυχρή / χαμηλή / ορθοστατική / ανεβασμένη / πεσμένη ~. Aρτηριακή / φλεβική / ενδοφθάλμια ~. Mετρώ την ~. Aνεβαίνει / πέφτει η ~. Όταν στεναχωριέται, του ανεβαίνει η ~. || (έκφρ.) μου ανεβαίνει η ~ / μου ανεβάζει κάποιος την ~, νευριάζω, θυμώνω, οργίζομαι πάρα πολύ. || αίσθημα πίεσης, απτικό αίσθημα που μας πληροφορεί για το μαλακό / σκληρό, λείο / τραχύ, οξύ / αμβλύ των αντικειμένων που πιάνουμε ή ακουμπάμε.

[λόγ.: 1: αρχ. πίε(σις) -ση· 2-4: σημδ. γαλλ. pression]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες