Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ομοιόπτωτος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ομοιόπτωτος -η -ο [omióptotos] Ε5 : (γραμμ., για ονοματικό προσδιορισμό) που βρίσκεται στην ίδια πτώση με το όνομα που αυτός προσδιορίζει. ANT ετερόπτωτος.

[λόγ. < ελνστ. ὁμοιόπτωτος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες