Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- λόγιον το.
-
- Λόγος, ρητό, γνωμικό από την Αγία Γραφή ή άλλα εκκλησιαστικά κείμενα:
- (Φυσιολ. 3435)·
- επληρώθη το ιερόν λόγιον το λέγον «ουρανός πολύφωτος η εκκλησία» (Ιστ. πατρ. 19814· Δούκ. 22914).
[αρχ. ουσ. λόγιον]
- Λόγος, ρητό, γνωμικό από την Αγία Γραφή ή άλλα εκκλησιαστικά κείμενα: