Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- λεπτόφλουδος -η -ο [leptófluδos] Ε5 : που έχει λεπτή φλούδα. ANT χοντρόφλουδος: Λεπτόφλουδα πορτοκάλια / μανταρίνια / πεπόνια.
[λόγ. λεπτο- + φλούδ(α) -ος]