Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: λάπη
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
Λαπηθιώτης ο.
  • Ο κάτοικος της Λαπήθου (Κύπρος):
    • (Ιστ. Μαρκ. 212).

[<τοπων. Λάπηθος + κατάλ. ‑ιώτης]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες