Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ιδεοκρατία η [iδeokratía] Ο25 : (σπάν., φιλοσ.) ιδεαλισμός.
[λόγ. ιδεο- + -κρατία μτφρδ. γερμ. Ideokratismus < Ideo- = ιδεο- + αρχ. κρά τ(ος) `δύναμη΄ -ismus = -ισμός]