Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: θηλυπρέπεια
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
θηλυπρέπεια η [θiliprépia] Ο27 : συμπεριφορά και εμφάνιση που ταιριάζει σε γυναίκα, την παρουσιάζει όμως ένας θηλυπρεπής άντρας.

[λόγ. θηλυπρεπ(ής) -εια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες