Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ηθμός
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ηθμός ο [iθmós] Ο17 : (λόγ.) στραγγιστήρι, σουρωτήρι, φίλτρο.

[λόγ. < αρχ. ἠθμός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες