Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ηγεμόνας
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ηγεμόνας ο [ijemónas] Ο2 : ανώτατος άρχοντας, βασιλιάς, αυτοκράτορας κτλ. (κατά κανόνα σε παλαιότερα απολυταρχικά καθεστώτα). || αρχηγός ηγεμονίας1. ηγεμονίσκος ο YΠΟKΟΡ.

[λόγ. < αρχ. ἡγεμών, αιτ. -όνα· λόγ. ηγεμον- (ηγεμών) -ίσκος]

[Λεξικό Κριαρά]
ηγεμόνας ο.
  • Ηγεμόνας:
    • (Ζήν. Πρόλ. 35).

[αρχ. ουσ. ηγεμών. Η λ. στο Somav. (μώ‑) και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες