Παράλληλη αναζήτηση
2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- είτα, επίρρ.
-
- 1) Μετά, έπειτα, ύστερα:
- (Κορων., Μπούας 61).
- 2) (Με το και ως σύνδ.) έτσι και:
- είτα και θέλεις κούρταλα θες τα ’χει καθημέρα (Δεφ., Λόγ. 570).
[αρχ. επίρρ. είτα. Η λ. και σήμ. ποντ.]
- 1) Μετά, έπειτα, ύστερα:
[Λεξικό Κριαρά]
- ειτακαιδέ, σύνδ.· ειτακαιδές.
-
- Ειδεμή:
- αν πρέπει ν’ ανιμένω … ειτακαιδές παγαίνω (Φαλιέρ., Ιστ. 320).
[συμφ. των εκφρ. είτα και (είτε και) + είτα δε (είτε δε)]
- Ειδεμή: