Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: επιτίθημι
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
επιτίθημι.
  • Βάζω κ. πάνω σε κάπ. ή σε κ.:
    • (Μυστ. 60), (Κυνοσ. 59711).

[αρχ. επιτίθημι. Το μέσ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες