Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εξημέρωμα
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
εξημέρωμα το [eksiméroma] Ο49 : εξημέρωση.

[λόγ. εξημερω- (δες εξημερώνω) -μα]

[Λεξικό Κριαρά]
εξημέρωμα το,
βλ. ξημέρωμα.
< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες