Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: εμίν
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
εμίνης ο.
  • Υπάλληλος του Οθωμανικού Κράτους με αρμοδιότητες οικονομικές, ιδ. φορολογικές:
    • θεις … καδήν και εμίνην (Έκθ. χρον. 823).

[<τουρκ. emin]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες