Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ελλόγιμος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ελλόγιμος -η -ο [elójimos] Ε5 : (παρωχ., λόγ.) ως φιλοφρονητική προσηγορία ανθρώπου των γραμμάτων, λογίου· συνήθ. στον υπερθετικό βαθμό: Ελλογιμότατε κύριε…

[λόγ. < ελνστ. ἐλλόγιμος `εύγλωττος΄, αρχ. σημ.: `σεβάσμιος΄]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες