Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: δομήτωρ
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
δομήτωρ ο.
  • Ιδρυτής:
    • της μεγάλης εκκλησίας Αγιάς Σοφιάς δομήτωρ (Γεωργηλ., Βελ. Λ 4).

[<δομώ + κατάλ. τωρ. Η λ. τον 8.-9. αι. (Lampe) και σε σχόλ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες