Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- διάλυσις ‑ση η.
-
- 1)
- α) Ερμηνεία, εξήγηση:
- ανάγνωσαν το βασιλογράφιν οι φιλόσοφοι και είπαν την διάλυσιν του χαρτίου (Διήγ. Αλ. V 53)·
- β) (προκ. για όνειρο) ερμηνεία:
- (Διγ. Άνδρ. 33012-3).
- α) Ερμηνεία, εξήγηση:
- 2) (Νομ.) συμβιβασμός:
- Περί διαλύσεως και ισασμού, ήγουν διαλλαγής (Βακτ. αρχιερ. 143).
[αρχ. ουσ. διάλυσις. Η λ. (‑ση) και σήμ.]
- 1)