Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: γενεαλογία
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
γενεαλογία η [jenealojía] Ο25 : 1. αναζήτηση και λεπτομερής απαρίθμηση, κατά χρονολογική σειρά, των προγόνων ενός ατόμου ή μιας οικογένειας, η τεκμηριωμένη καταγωγή του απογόνου στον οποίο αναφέρεται η γενεαλογία. || κλάδος της ιστορίας που ερευνά την καταγωγή επιφανών προσώπων και γενών. 2. (βιολ.) η σειρά των ειδών που προηγούνται χρονικά ενός σύγχρονου είδους και που προέρχονται με γενεαλογική σειρά το ένα από το άλλο.

[λόγ. < αρχ. γενεαλογία]

[Λεξικό Κριαρά]
γενεαλογία η.
– Βλ. και γενολογία.
  • 1) Το γενεαλογικό δέντρο:
    • (Κορων., Μπούας 13).
  • 2) Η εξύβριση της γενιάς κάπ.:
    • πριν να παύσουν όχλησιν και γενεαλογίαν (Πουλολ. 368 κριτ. υπ).

[αρχ. ουσ. γενεαλογία. Η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες