Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: γένεσις
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
γένεσις ‑ση η.
  • 1) Δημιουργία:
    • (Ιερακοσ. 40322).
  • 2) (Στον πληθ.) εποχή, καιρός:
    • ο Νοάχ … τέλειος ήτον εις τις γένεσές του (Πεντ. Γέν. VI 9).

[αρχ. ουσ. γένεσις. Η λ. (ση) και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες