Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: βόειος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
βόειος -α -ο [vóios] Ε6 : (λόγ.) βοδινός.

[λόγ. < αρχ. βόειος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες