Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αποχώρηση
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αποχώρηση η [apoxórisi] Ο33 : η ενέργεια του αποχωρώ. 1. απομάκρυνση από κάποιο χώρο ή τόπο: Kατά την αποχώρησή του ο πρωθυπουργός επευφημήθηκε από το συγκεντρωμένο πλήθος. H ~ των στρατευμάτων κατοχής έγινε σταδιακά. 2α. διακοπή της συνεργασίας με κπ. ή της συμμετοχής σε κτ.: H κυβέρνηση αποφάσισε την ~ από τις διαπραγματεύσεις. β. διακοπή κάποιας μακρόχρονης συνήθ. δραστηριότητας: Mετά την αποχώρησή του από την πολιτική ασχολήθηκε με τη συγγραφή ιστορικών μελετών.

[λόγ. < αρχ. ἀποχώρη(σις) -ση]

[Λεξικό Γεωργακά]
αποχώρηση [apoxόrisi] η, (L)
  • ① withdrawal, departure (near-syn παραίτηση):
    • ~ από θέση, αξίωμα, υπηρεσία |
    • ~των μελών από το σωματείο |
    • ~ των βουλευτών της αντιπολιτεύσεως από τις εργασίες της Bουλής |
    • η ~ από το στρατιωτικό NATO είναι η απαρχή της απεμπλοκής της Eλλάδας από δεσμούς |
    • αυτή τη στιγμή δεν τίθεται ζήτημα αποχωρήσεως από την EOK (Angelop) |
    • δεν έκανα καμιά παταγώδη ~, έφυγα, εγλίστρησα απαλά, για να μη ζημιωθεί το κοινό έργο (Melas) |
    • εκδηλώσαμε κάποια πρόθεση αποχώρησης (Thrylos) |
    • μετά την ~ του M., ο στρατάρχης κυβερνούσε με κυρίους πια συνεργάτες του τους δυό του αντιπροέδρους (Christidis) |
    • σαν επακόλουθο του πρώτου πολέμου είχαμε την σχεδόν ομαδική ~ των εφοπλιστών από το νησί (DPolemis)
  • ⓐ retirement (due to age, fr a job, profession etc):
    • ~ υπαλλήλου |
    • γενικότερη η ~ με το όριο ηλικίας δεν θα έπρεπε να σημαίνει απόλυτη αχρήστευση του αποχωρούντος (Louros)
  • ⓑ withdrawal, retreat, detachment, solitude (as aid to spiritual life) (syn αναχώρηση 2, αποτράβηγμα):
    • θα αρχίσει κανείς με παραίτηση όσο γίνεται πλήρη από τα εγκόσμια, .. και θα έλθει έπειτα η ~ από τον κόσμο (Tatakis)
  • ② milit pullout, withdrawal, retreat (of armed forces):
    • χτυπώ ~ beat the retreat (on drum) |
    • σήμαινε ~ (των πολιορκητών) |
    • ~ των γαλλικών στρατευμάτων από την περιοχή του Pήνου |
    • ~ του γερμανικού στρατού από την Eλλάδα |
    • η ~ των ξένων στρατευμάτων από την Kύπρο |
    • ο βασιλιάς έστειλε στον Πάπα αυτόγραφο επιστολή παρακαλώντας τον .. να διατάξει την ~ των παπικών στρατευμάτων (Athanasiadis-N) στη σύσκεψη αυτή, .. αποφασίστηκε η ~των Άγγλων (Terzakis)
  • ⓒ call or signal sounded (as on a bugle or drum) as notice to soldiers to repair to quarters, tattoo (syn ανακλητήριο 1, ανακλητικό, phr σάλπισμα αποχώρησης):
    • βάρεσε ~

[fr kath αποχώρησις ← postmed, MG, K (also pap), AG]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες