Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: απολογούμαι
3 εγγραφές [1 - 3]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
απολογούμαι [apoloγúme] Ρ10.9β : υπερασπίζω τον εαυτό μου με γραπτή ή προφορική ομιλία ή γενικά δίνω εξηγήσεις σχετικά με κατηγορία που με βαρύνει: Ο κατηγορούμενος αρνήθηκε να απολογηθεί. Οι κατηγορούμενοι ζήτησαν τριήμερη προθεσμία για να απολογηθούν. || (επέκτ.) δίνω λόγο, παρέχω εξηγήσεις σε κπ. για να δικαιολογήσω κτ. που έχω κάνει: Δε χρειάζεται να απολογείσαι γι΄ αυτά που είπες / που έκανες.

[λόγ. < αρχ. ἀπολογοῦμαι]

[Λεξικό Κριαρά]
απολογούμαι· απιλογούμαι· απιλοούμαι· απολοούμαι· ’πιλοούμαι· ’πολογούμαι· αόρ. επιλογήθην, ‑ηκα.
  • 1)
    • α) Aπολογούμαι στο δικαστήριο υπερασπίζοντας τον εαυτό μου, αποκρούω κατηγορία:
      • (Eλλην. νόμ. 5736
      • ο αγκαλόμενος ζητά της αυλής ημέραν διά να απολογηθεί (Aσσίζ. 3408
    • β) λογοδοτώ:
      • εις τον αδέκαστον Kριτήν τι ν’ απολογηθούμεν (Πένθ. θαν. 500).
  • 2) Yπερασπίζομαι κάπ.:
    • απιλογάται (ενν. ο Θεός) εμέν εις την ημέρα της στεναχωριάς μου (Πεντ. Γέν. XXXV 3).
  • 3) Aναλαμβάνω ευθύνες, υποχρεώσεις:
    • άπελθε να ’σαι λεύθερη και εγώ ν’ απολογούμαι (Aπολλών. 659).
  • 4) Kαταθέτω δυσμενώς, κατηγορώ:
    • (Πεντ. Δευτ. XIX 16).
  • 5) Aποκρίνομαι, απαντώ:
    • (Bέλθ. 963), (Πανώρ. A´ 420).
  • H μτχ. ενεστ. ως ουσ. = ο κατηγορούμενος:
    • (Aσσίζ. 2626).

[αρχ. απολογέομαι. T. σήμ. ιδιωμ. H λ. και σήμ.]

[Λεξικό Γεωργακά]
απολογούμαι [apoloγúme] (& απολογιέμαι) aor απολογήθηκα (subj απολογηθώ), (L)
  • ① answer accusations, defend or justify o.s.:
    • το αποτρόπαιο έγκλημα δεν επιθυμώ να το αρνηθώ και γι' αυτό δεν ~ (Athanasiadis-N) |
    • κινεί το θαυμασμό των δικαστών όταν απολογείται (ChZalokostas) |
    • η καθηγήτρια υποχρεώθηκε ν' απολογηθεί στην κατηγορία (KPapa)
  • ② ask to be excused, apologize (syn phr ζητώ συγνώμη):
    • σαν ν' απολογιέται, λέει πιο σιγά |
    • "κάναμε λάθος στις ώρες" (AVlachos)

[fr postmed, MG απολογούμαι ← PatrG, K (also pap), AG ἀπολογοῦμαι (-έομαι)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες