Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αντικαταστάτης
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
αντικαταστάτης ο [andikatastátis] Ο10 θηλ. αντικαταστάτρια [andikata státria] Ο27 : αυτός που αντικαθιστά κπ. άλλο: α. προσωρινά· (πρβ. αναπληρωτής): Είναι ~ του διευθυντή, όταν αυτός απουσιάζει. β. οριστικά· (πρβ. διάδοχος): Mας έφυγε ένας καθηγητής, δε μας ήλθε όμως ακόμα ο ~ του.

[λόγ. αντικαταστα- (θ. του αντικαθιστώ) -της μτφρδ. γαλλ. sub stitut, remplaçant· λόγ. αντικαταστά(της) -τρια]

[Λεξικό Γεωργακά]
αντικαταστάτης [andikatastátis] ο,
  • ① male substitute, replacement:
    • όταν έφυγε από την Παβία ο Frank σκέφτηκε τον Hufeland για αντικαταστάτη του (Louros) |
    • όταν πεθάνει κανείς από τους δώδεκα ισόβιους προϊστάμενους στο μοναστήρι, ο ~ του εκλέγεται απ' όσους απόμειναν (Kasdaglis)
  • ② surrogate, substitute, locum tenens (syn αναπληρωτής):
    • ~ του δεσπότη, του πρωθυπουργού |
    • στον "Kουρέα της Σεβίλης" ο κόμης εμφανίζεται σαν ~ του ντον Mπαζίλιο |
    • όσο έλειπε ο Mαυροκορδάτος ο Kωλέττης παράστενε ουσιαστικά τον αντικαταστάτη του (Petsalis)
  • ⓐ theat understudy:
    • ο τενόρος έπαθε ξαφνική αφωνία και τη θέση του πήρε ο ~ του
  • ⓑ milit relief:
    • ~ του σκοπού

[fr kath (neol Koumanoudis) αντικαταστάτης, der of kath αντικαθιστώ; cf AG καταστάτης 'establisher']

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες